Μαρμαρυγή
Ελεάννα Μαρτίνου
25 Μαΐου 2024 - 29 Ιουνίου 2024
Σχετικά με την έκθεση
μαρμαρυγή < αρχαία ελληνική μαρμαρυγή < μαρμαίρω
μαρμαρυγή η [marmarijí]: 1α. η συνεχής μεταβολή της έντασης και του χρώματος που παρατηρείται στη λάμψη ενός άστρου·(πρβ. στίλβη). 1β. για οποιαδήποτε άλλη λάμψη. 2. (ιατρ.) σοβαρή μορφή καρδιακής αρρυθμίας: Kολπική ~.
«Αν και το κάθε είδος και η κάθε μεμονωμένη ύπαρξη τον βιώνει με διαφορετικό τρόπο και υπό άλλο βλέμμα, μοιραζόμαστε τον ίδιο πλανήτη, υπακούμε σε μεγάλο βαθμό στους ίδιους φυσικούς νόμους. Αν συνειδητοποιήσουμε ότι και οι «άλλοι»- τα ανθρώπινα και τα υπόλοιπα ζώα, τα φυτά, κάθε μορφή ζωής, είναι εξίσου με εμάς «ερριμμένοι» σε τούτο τον κόσμο, μας διανοίγεται ένας ορίζοντας μεγαλύτερης ευσπλαχνίας, αλληλεγγύης και ηθικής»
Παναγιώτης Τσιαμούρας
Παρατηρώντας, μέσα στον χρόνο, την πλούσια, συνεχή και επίμονη δημιουργική διαδικασία και πορεία της Ελεάννας Μαρτίνου μπορεί κανείς να διακρίνει τις καλλιτεχνικές της συνέχειες και ασυνέχειες. Κυρίως, να εντοπίσει πώς η ζωγραφική της ταυτίζεται με τις αναζητήσεις και τους στοχασμούς της για την ουσιαστική σχέση ανάμεσα στην ίδια και τον κόσμο. Θεμελιώδεις έννοιες των εννοιολογικών και εικαστικών της αναζητήσεων αποτελούν η ιδέα του δικτύου, των συνδέσεων, της ροής του χρόνου, του ρυθμού και της μνήμης, των δεσμών των ανθρώπων μεταξύ τους και με τον χώρο. Η χαρτογράφηση προσώπων και διαδρομών μέσα στο αστικό τοπίο αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό μιας μεγάλης ενότητας έργων της. Στην «Μαρμαρυγή» ο αστικός χωροχρόνος δεν είναι πια το ζητούμενο. Σε αυτή τη νέα και ιδιαίτερη συλλογή έργων η Ελεάννα Μαρτίνου συνεχίζει την περιπλάνησή της στην φύση. Τα έργα της αποτυπώνουν, είτε ρεαλιστικά είτε φαντασιακά, το μεγαλείο της φύσης. Η «Μαρμαρυγή» είναι ένας στοχασμός για το παρόν και το μέλλον. Μέσα από το λαμπύρισμα, την ευαισθησία, την ομορφιά των φυσικών τοπίων μιλά για την αβέβαιη, δυστοπική συνθήκη που ακολουθεί καθώς η ανθρωπογενής κλιματική κρίση δείχνει τα δόντια της. Η «Μαρμαρυγή» είναι η δύναμη της αντίθεσης. Μέσα από τα χρώματα, τα ονειρικά τοπία και τις εκφράσεις του ωραίου θίγει τον πόνο, την απελπισία και την βαθιά οδύνη που προκαλείται από την απραγία και την απάθεια απέναντι στην αυτοκαταστροφή μας παρά τα υπάρχοντα σαφή επιστημονικά στοιχεία.
Εκατοντάδες κορυφαίοι επιστήμονες και κλιματολόγοι του κόσμου αναμένουν ότι οι παγκόσμιες θερμοκρασίες θα αυξηθούν τουλάχιστον κατά 2,5C πάνω από τα προβιομηχανικά επίπεδα αυτόν τον αιώνα, ξεπερνώντας τους διεθνώς συμφωνημένους στόχους και προκαλώντας καταστροφικές συνέπειες για την ανθρωπότητα και τον πλανήτη. Το «μέλλον» με καύσωνες, πυρκαγιές, πλημμύρες και καταιγίδες με ένταση και συχνότητα όλο και μεγαλύτερη γίνεται «παρόν». Είναι εύκολο, διαβάζοντας κανείς τα διεθνή νέα, να καταλάβει ότι η κλιματική κρίση έχει ήδη δραματικές επιπτώσεις σε όλον τον πλανήτη και φυσικά επηρεάζει και τη χώρα μας. Οι ειδικοί κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου όταν εκτιμούν ότι στην Ελλάδα, μέχρι το 2050, οι ημέρες με καύσωνα και οι ημέρες υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς θα αυξηθούν δραματικά, η βροχόπτωση θα μειωθεί και τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα μεγεθυνθούν σε διάρκεια και σε ένταση. Τα εγκλήματα κατά της φύσης παγκοσμίως θεριεύουν. Όσο και να προσποιούμαστε, όσο και να αγνοούμε, όσο και αν δεν κάνουμε τίποτα, το πρόβλημα είναι εδώ. Η Ελεάννα Μαρτίνου δείχνοντας μας όψεις της φύσης και λεπτομέρειές αυτής θέτει ένα βασικό ερώτημα «Πώς μπορεί ενώ γνωρίζουμε να μην αντιδρούμε;»
Σε αντίθεση με τις προηγούμενες σειρές έργων της, που είχαν ένα πιο ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, εδώ η ανθρώπινη μορφή παρουσιάζεται περιστασιακά, είτε ως μια πελώρια, απειλητική μορφή, είτε ως μια μικρή αφαιρετική φιγούρα μέσα στο τοπίο. Η όψη του ανθρώπου, καθορίζεται από το περίγραμμά του, δεν έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Η ανθρωπότητα συνοψίζεται, γίνεται μια ένδειξη, ένα σχήμα. Η επιλογή της καλλιτέχνιδας να παρουσιάσει τον άνθρωπο χωρίς πρόσωπο επισημαίνει την χαμένη ανθρωπινότητα του. Έχοντας χάσει τη σύνδεσή του με το φυσικό περιβάλλον περνά σαν οδοστρωτήρας από πάνω του ισοπεδώνοντάς το. Η μικρή φώκια-μπουκάλι, κάτω από την υπερμεγέθη πατούσα, είναι ακόμη μια λυπηρή υπενθύμιση του αντίκτυπου της ανθρώπινης δραστηριότητας στην άγρια ζωή.
Στα έργα της έκθεσης το επίκεντρο της προσοχής είναι η φύση και τα στοιχεία της. Το φως και οι αντανακλάσεις του έχουν ξεχωριστό ρόλο στις συγκεκριμένες συνθέσεις. Η δύναμη και οι αλλαγές του φωτός στον χρόνο αποκτούν οντολογικό και δομικό χαρακτήρα στην δημιουργική διαδικασία, με ξεχωριστό παράδειγμα να αποτελεί η σειρά με τις κυανοτυπίες. Η «γραφή» της δημιουργού στην συγκεκριμένη σειρά γίνεται πιο ελεύθερη, πιο εξπρεσιονιστική, πιο συναισθηματική σε αντίθεση με τους έντονα αυστηρούς, πυκνούς και επιθετικούς «αστικούς» της χάρτες. Ακολουθεί την αέρινη και την λυρική ευαισθησία που αναδείχθηκε στις «Υάδες», στις «αστρικές» της εντυπώσεις. Η εικαστικός αποτυπώνει ζωγραφικά «τη θέα από ψηλά» και τη συνταρακτική ομορφιά των βουνοκορφών καθώς αλλάζουν χρώμα στα παιχνιδίσματα του ήλιου. Αιχμαλωτίζει με τα μελάνια και τις ακουαρέλλες της, στιγμές φυσικών φαινομένων όπως την ανάδυση του φεγγαριού μέσα από τη θάλασσα ή τα βουνά, το λαμπύρισμα του ήλιου και της σελήνης στα θαλασσινά νερά, και λεπτομέρειες του φυτικού και ζωικού βασιλείου όπως τους δακτύλιους ενός κορμού, τα μυστήρια σχήματα των κοχυλιών, τον «ρυθμικό» χορό των πεταλούδων αλλά και τις εντυπωσιακές χρωματικές αποχρώσεις ενός αγριολούλουδου στον Όλυμπο. Μέσα από μια δυνατή αισθητική εμπειρία, η πρόθεση είναι να ιδωθεί ξανά η φύση και τα τοπία της σαν «να τα βλέπουμε για πρώτη φορά». Να «βρούμε» την ομορφιά σε όλες τις «μικρές» στιγμές και πράγματα που μας περικλείουν. Να αφήσουμε πίσω μας το σταθερό, καθιερωμένο και συνηθισμένο τρόπο που κοιτάζουμε το περιβάλλον γύρω μας. Να σταματήσουμε να το θεωρούμε δεδομένο και να το «δούμε» από την αρχή, με φρέσκια ματιά. Να αντιληφθούμε την ουσιαστική μας σύνδεσή με τον κόσμο, με τους «άλλους»- τα ανθρώπινα και τα υπόλοιπα πλάσματα, τα φυτά, με την κάθε μορφή ζωής. Να αποτρέψουμε τη μαζική καταστροφή των οικοσυστημάτων, να αναγνωρίσουμε την οικοκτονία ώστε να αποτρέψουμε τον αφανισμό μας και η «μαρμαρυγή» στη φύση να διατηρήσει τη σημασία του λαμπυρίσματος και όχι το ξαφνικό καρδιακό τέλος όλων μας.
Νίκη Παπασπύρου, ιστορικός τέχνης